Η σημερινή οικονομική κρίση συχνά παρομοιάζεται με τη Μεγάλη Ύφεση του 1929. Για μας και οι δύο είναι εποχές στις οποίες ο καπιταλισμός δυσκολεύεται να αναπαράγει τον εαυτό του. Αν κοιτάμε πίσω στην ιστορία είναι πάντα για δύο λόγους: πρώτον, για να μάθουμε από τα λάθη του παρελθόντος και δεύτερον, για να εμπνευστούμε. Πιστεύουμε ότι η παρακάτω αφήγηση βοηθάει και στα δύο.
Το χρέος έχει επιφέρει έναν συντριπτικό αντίκτυπο στις ζωές όσων αναγκάζονται να πάρουν φοιτητικά δάνεια για να χρηματοδοτήσουν την πανεπιστημιακή τους εκπαίδευση στις Η.Π.Α. Γιατί τα δίδακτρα, που ήταν τόσο περιώνυμα υψηλά στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, πλέον αυξάνονται τόσο γρήγορα και στα δημόσια πανεπιστήμια, που ξεπερνούν μακράν σε ταχύτητα τον πληθωρισμό. Το χρέος που ενσωματώνεται στα φοιτητικά δάνεια είναι πολύ υψηλότερο στις Η.Π.Α. απ’ ότι στην Ευρώπη (με την εξαίρεση της Σουηδίας), αν και πρόσφατες εξελίξεις εκεί (στην Ευρώπη) υποδεικνύουν πως αυτή η διαφορά μπορεί σύντομα να μην υφίσταται πια (Usher).
Ορίζουμε ως μητρόπολη το συμπαγές εκείνο σύνολο ετερογενών εδαφών και μηχανισμών που σε κάθε σημείο διαπερνάται από μια διαζευκτική σύνθεση· στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει κάποιο σημείο της μητρόπολης, στην οποία την ίδια στιγμή, να μην συνυπάρχουν δυνητικά προσταγή1 και αντίσταση, κυριαρχία και σαμποτάζ. Μια ανταγωνιστική διαδικασία ανάμεσα σε δυο μέρη, των οποίων η εχθρική σχέση διαμορφώνει το νευρικό σύστημα της μητρόπολης. Από τη μια αυτή συνιστάται, πιστή στην ετυμολογία της, στην άσκηση μιας διοίκησης που αντανακλάται σε όλα τα υπόλοιπα εδάφη – για αυτό η μητρόπολη είναι παντού. Είναι ο χώρος όπου και απ' όπου η ένταση και η συγκέντρωση των κατασταλτικών, των εκμεταλλευτικών και κυριαρχικών μηχανισμών εκδηλώνονται στο μέγιστο βαθμό και έκταση. Στη μητρόπολη καταρρέουν και καταλήγουν η πόλη και η εξοχή, ο μοντερνισμός και οι δεύτερες φύσεις. Στη μητρόπολη η βιομηχανία, η επικοινωνία και το θέαμα συνιστούν μια παραγωγική ολότητα, στη διακυβέρνηση
Ανάλυση του David Harvey για το ζήτημα της διαχείρισης των κοινών και των περιφράξεων. Μελετάει τα πλεονεκτήματα, μειονεκτήματα και τις παγίδες υπερ της ιδιωτικοποίησης, υπερ του κράτους και υπερ των συλλογικών μορφών διαχείρισης όπως επίσης και τις φιλελεύθερες και τις μαρξιστικές απόψεις.
Εξετάζοντας την σχέση μεταξύ αστικοποίησης και καπιταλισμού, ο David Harvey προτείνει να δούμε την αναμόρφωση του Παρισιού από τον Haussmann και την εκρηκτική ανάπτυξη των πόλεων ως απαντήσεις στη συστημικές κρίσεις υπερσυσσώρευσης – και μια πρόκληση προς τον εκδημοκρατισμό και στη διαμόρφωση της αστικής εμπειρίας
Με την κρίση βαθαίνει το χάσμα ανάμεσα στο πραγματικό και το εφικτό, και έρχεται ακόμα πιο έντονα στο προσκήνιο η αντίθεση ανάμεσα σε αξία και αξία χρήσης, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του Αμερικανού αστυνομικού που κάνει περιπολίες γύρω από τις κατασχεμένες κατοικίες για να διασφαλίσει ότι οι χρεοκοπημένοι πρώην ιδιοκτήτες πράγματι βρίσκονται εκτός κατοικίας, και τη βγάζουν κάτω από μια γέφυρα, ή σε έναν από τους πολλούς καταυλισμούς αστέγων. Μια κοινωνία στην οποία η δύναμη επιβολής του νόμου φροντίζει ώστε η κατοικία να μην εκπληρώνει τον ανθρώπινο σκοπό της είναι προφανώς τρελή, και μόλις οι προλεταριοποιημένοι αναγνωρίσουν στην εικόνα αυτού του αστυνομικού την ουσία της κοινωνίας, ίσως η πορεία της ιστορίας να πάρει μια απρόσμενη τροπή.
Σύμφωνα με μια από τις επικρατούσες παραδοσιακές μαρξιστικές ερμηνείες, η αντίληψη του Μαρξ για την πρωταρχική συσσώρευση δείχνει την ιστορική διαδικασία που γέννησε τις προϋποθέσεις (preconditions) του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Αυτές οι προϋποθέσεις αναφέρονται κυρίως στη δημιουργία ενός τμήματος του πληθυσμού το οποίο δεν έχει άλλους τρόπους επιβίωσης παρά μόνο να πουλήσει την εργατική του δύναμη σε μια εκκολαπτόμενη αγορά εργασίας και στην συσσώρευση του κεφαλαίου, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις αναδυόμενες βιομηχανίες. Με αυτή την έννοια, το επίθετο «πρωταρχική» αντιστοιχεί σε μια σαφή χρονικά διάσταση (στο παρελθόν), η οποία αποτέλεσε τη συνθήκη για το καπιταλιστικό μέλλον. Ο De Angelis αντικρούει αυτήν την ορθόδοξη μαρξιστική ανάλυση και επιχειρηματολογεί για την μονιμότητα της πρωταρχικής συσσώρευσης, αναλύει τις σκοπιμότητες πίσω από τις ερμηνείες της ιστορικής - στατικής πρωταρχικής συσσώρευσης και θέτει στο επίκεντρο της ανάλυσής του, τους κοινωνικούς ταξικούς αγώνες που αναγκάζουν διαρκώς το κεφαλαίου να ανασυντίθεται και να ανταπαντά με την μονιμότητα της πρωταρχικής συσσώρευσης.
Σε αυτό το άρθρο ο Werner Bonefeld επιχειρηματολογεί για την μονιμότητα της πρωταρχικής συσσώρευσης και ισχυρίζεται ότι ο συστηματικός χαρακτήρας της πρωταρχικής συσσώρευσης είναι συστατικός και πρόκειται για τον εκβιαστικό χωρισμό των νέων εργατών απο τα μέσα διαβίωσης και η παραμονή, των καθιερωμένων σχέσεων του κεφαλαίου, δηλαδή της αλλοτρίωσης της εργασίας απο τα μέσα της. Επομένως η πρωταρχική συσσώρευση δεν αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη χρονολογία αλλά μάλλον πρόκειται για την διαδικασία της διαρκούς επανασύστασης του κεφαλαίου. Ξεκινά από την αρχή της σύστασης του κεφαλαίου, την αρχή την οποία το κεφάλαιο πρέπει να αναπαράξει σε μια εκτεταμένη κλίμακα και στην οποία το κεφάλαιο πρέπει πάντα να επιστρέφει ώστε να υφίσταται ως κεφάλαιο. Ο αντίθετος όρος για την απαλλοτρίωση των μέσων παραγωγής από τους εργάτες δεν είναι η απο-απαλλοτρίωση . Ο αντίθετος όρος είναι η πραγμάτωση. Η προϋπόθεση της πραγμάτωσης είναι ο μετασχηματισμός των μέσων παραγωγής σε μέσα χειραφέτησης. Η πρακτική επίλυση σημαίνει ότι πρέπει να καταργηθεί η συστατική προϋπόθεση του κεφαλαίου με σκοπό να δημιουργηθεί ο κομμουνισμός όχι ως ανταγωνιστής αλλά ως πραγματική εναλλακτική στον καπιταλισμό.
Άρθρο του John Holloway στην Guardian για τις μαζικές διαδηλώσεις στη Μ. Βρετανία της 26ης του Μάρτη 2011, ενάντια στα μέτρα λιτότητας και των περικοπών δημοσίων δαπανών της βρετανικής κυβέρνησης. Δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο http://radicaldesire.blogspot.com/, την Κυριακή, 27 Μαρτίου 2011. [http://radicaldesire.blogspot.com/2011/03/john-holloway.html]